- αντιμεταφυσικός
- -ή, -ό1. αυτός που δεν δέχεται τη μεταφυσική ως επιστήμη2. το θηλ. ως ουσ. η αντιμεταφυσικήη θετική φιλοσοφία.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
νεοθετικισμός — Ευρεία φιλοσοφική κίνηση, που άρχισε κατά την πρώτη μεταπολεμική περίοδο στην Αυστρία και στη Γερμανία και διαδόθηκε κατόπιν με ποικίλες κατευθύνσεις κυρίως στις αγγλόφωνες χώρες. Συνώνυμες έννοιες είναι ο λογικός εμπειρισμός, λογικός θετικισμός … Dictionary of Greek